- источник
- η πηγ/ήвозобновляемые - и энергии οι ανανεώσιμες - ές ενέργειας- альфа бета или гамма-излучения - ακτινοβολίας α(άλφα), β(βήτα) ή γ(γάμμα)- вихреобразования - των δυνώνвнешний - εξωτερική -- водоснабжения - της ύδρευσης- возбуждения - της διέγερσης- загрязнения - της ρύπανσης/μόλυνσης- звука - ηχητική -- излучения - της ακτινοβολίας- импульсов - των παλμών- инфекции - της μόλυνσης- информации - των πληροφοριών- ионизации - του ιονισμούискровой - των σπινθήρωνкольцевой - κυκλική -космический - διαστημική -линейный - γραμμική -минеральный - του μεταλλικού νερού- του ύδατοςмонохроматический - μονοχρωματική -направленный - κατευθυνόμενη -- напряжения - της τάσηςнейтронный - των νετρονίων- открытый - ανοικτή -- ошибок - σφαλμάτων- питания аварийный - τροφοδοσίας/πα-ροχής ρεύματος ανάγκηςплазменный - του πλάσματοςплоский - επίπεδη -- постоянного напряжения - σταθερής τάσης- постоянного тока - σταθερού ρεύματοςпостоянный - σταθερή -радиоактивный - ραδιενεργός -- радиоизлучения - της ρα-διοακτινοβολίαςраспределённый - διανεμόμενη -- света - του φωτός- света искусственный τεχνητή - του φωτός- света радиоактивный ραδιενεργός - του φωτόςрадиоизотопный - энергии - ενέργειας από ραδιενεργά ισότοπαсосредоточенный - συγκεντρωμένη -- с поверхностной ионизацией - με επιφανειακό ιονισμόстационарный - μόνιμη -- тепла - θερμική -- тока - του ρεύματος- шума - του θορύβου- электронов - των ηλεκτρονίων- энергии - της ενέργειας- ядерного излучения - της πυρηνικής ακτινοβολίας
Русско-греческий словарь научных и технических терминов. Кефалиду-Павли Мария. 2009.